ἄποια

ἄποια
ἄποιος
without quality
neut nom/voc/acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • άποιος — ἄποιος, ον (Α) [ποιός] 1. αυτός που δεν έχει ποιότητα, ιδιότητα («ἄποια στοιχεῑα», «ἄποιος γεῡσις») 2. φρ. «ἄποιον ὕδωρ» καθαρό νερό …   Dictionary of Greek

  • παννυχίδα — Γιορτή που διαρκεί όλη τη νύχτα, αλλά και η ολονύκτια ακολουθία στους χριστιανικούς ναούς την παραμονή μιας μεγάλης γιορτής. Στα μοναστήρια χρησιμοποιείται ο όρος αγρυπνία. Η συνήθεια των π. είναι αρκετά παλιά και φαίνεται να καθιερώθηκαν τον 4o… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”